Τρίτη 13 Μαΐου 2008

Ξέχασα την παντοφλίτσα μου...

Όλα τα μικρά παιδιά κλαίνε, γιατί κάποια στιγμή θέλουν τη μαμά τους. Ποτέ δεν έκλαψα γιατί ήθελα τη μαμά μου. Έκλαιγα όταν έπρεπε να δω και πάλι τη μαμά μου. Κι όταν, Κυριακή βράδυ, έπρεπε να με πάει ο πατέρας μου πίσω στη μάνα μου, επινοούσα χίλια δυο κόλπα… Στην αρχή έκρυβα κάτι στο σπίτι του και στα μισά της επιστροφής έλεγα «ξέχασα την παντοφλίτσα μου». Κάποιες φορές έπιανε. Γυρίζαμε τα πίσω μπρος κι η στιγμή να δω και πάλι τη μάνα μου καθυστερούσε. Έστω και για λίγο.
Όταν πλησιάζαμε προς το σπίτι έβαζα τα κλάματα. Γοερά. Τόσο που δεν άντεχε πια εκείνος να μ’ ακούει κι έβαζε τ’ αδέρφια του να παραδώσουν το πακέτο στο νόμιμο δικαιούχο.

Και τώρα ξέχασα την παντοφλίτσα μου. Δε θυμάμαι όμως πού. Πάει και καιρός από τότε που ήμουν εκεί και δεν ξέρω ποιο είναι το εδώ και γέρασα.


© Αστερόεσσα

buzz it!

7 σχόλια:

b|a|s|n\i/a είπε...

δανείζομαι τις λέξεις σου. να δω την αποσπασματική, πεπερασμένη, υποκειμενική, πολυπρόσωπη αλήθεια της παντοφλίτσας σου. καλό απόγευμα!

Αστερόεσσα είπε...

Ξέχασα κι άλλη παράμετρο της αλήθειας. Το γήρας της.
-Το κάλλος της; Συζητείται.
-Την ασχήμια της; Ας μην είμαστε τόσο πεσσιμιστές.
-Τη γύμνια της; Αν η αλήθεια ήταν άνθρωπος, πιθανόν να είναι ωραίο το γυμνό. Όταν όμως η αλήθεια γερνάει και πλαδαρεύει, τι να δεις;
Η παντοφλίτσα είναι μια "παντοφλίτσα", όπως η λέξη λέει: μικρή, πικκολίνα. Δε φορώ το ίδιο νούμερο παπούτσι πια με τότε.
Καλό απόγευμα και σε σένα.

Dimitra Andritsiou είπε...

Αχ, αυτή η ανάρτηση μου θυμίζει εκείνο το τραγουδάκι...
"Πέρασε ο καιρός,
παιχνίδια αλλιώτικα που χάθηκαν στο φως,
τα μεσημέρια
μίλα μου.."

Δεν ξέρω γιατί

Αστερόεσσα είπε...

Eγώ πάλι θα σου απαντήσω μ' ένα άλλο τραγουδάκι:

"Ένα κορίτσι λιγνό σα στάχυ
τα 'χει δεν τα 'χει τα δεκαοχτώ...
Μην του μιλάτε κι είναι χαμένο
σε τόπο ξένο ύπνο βαθύ..."

Μπορείς τα δεκαοχτώ να τα αφαιρέσεις, αν θες, για περισσότερη αληθοφάνεια.

Εξάλλου, όπως λέει και το άλλο άσμα:

"Τι τριάντα, τι σαράντα, τι πενήντα..."

Unknown είπε...

Ούτε γέρασες, ούτε ξέχασες καμμία παντόφλα πουθενά... Προχώρα όπως είσαι, και στο κάτω κάτω μπορείς να πας όπου θες...εκεί που γουστάρεις με ή χωρίς παντόφλα.

Αστερόεσσα είπε...

Πάλι ξυπόλητη στ' αγκάθια; Ξανά μανά το ίδιο βιολάκι; Την έπαιξα αυτή τη μελωδία...

Άντε να πω σαν τον Καβάφη "η Ιθάκη δε σε γέλασε / η Ιθάκη σ' έδωσε τ' ωραίο ταξίδι..."...

Αλλά ο ίδιος ποιητής είπε και το άλλο:

Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ', ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές --
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανοφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πείς πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ' όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης, Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον (1911)

Αστερόεσσα είπε...

Δεν είναι κακό να λέμε κάποτε "Κουράστηκα". Λυτρώνει.