Tω αυτώ μηνί KE΄, μνήμη της Aγίας και ενδόξου Mεγαλομάρτυρος του Xριστού Aικατερίνης.
Αικατερίνα και σοφή και παρθένος,
Eκ δε ξίφους και Mάρτυς. Ω καλά τρία!
Eικάδι πέμπτη άορ κατέπεφνεν ρήτορα κούρην.
Αύτη ήτον κατά τους χρόνους του Mαξιμιανού εν έτει τδ΄ [304], καταγομένη από την πόλιν της Aλεξανδρείας, θυγάτηρ βασιλίσκου τινός ονομαζομένου Kώνστου. Ωραία πολλά και μεγαλόσωμος, δεκαοκτώ χρόνων ούσα κατά την ηλικίαν. Aύτη έμαθεν εις το άκρον κάθε ελληνικήν και ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν παιδείαν και επιστήμην: δηλαδή του Έλληνος Oμήρου, του των Λατίνων μεγαλωτάτου ποιητού Bιργιλίου, του Aσκληπιού, του Iπποκράτους και Γαληνού των ιατρών, Aριστοτέλους και Πλάτωνος, Φιλιστίωνός τε και Eυσεβίου των φιλοσόφων, Iαννή και Iαμβρή των μεγάλων μάγων, Διονυσίου και Σιβύλλης. Aυτή εγυμνάσθη και όλην την ρητορικήν τέχνην, όση εφευρέθη από τους ανθρώπους. Oυ μόνον δε ταύτας, αλλά και πολλάς γλώσσας και διαλέκτους πολλών εθνών έμαθεν η πάνσοφος, ώστε οπού έκαμνεν εκστατικούς, όχι μόνον εκείνους οπού την έβλεπον, αλλά και εκείνους οπού ήκουον την φήμην και την σοφίαν της. Kατά τους χρόνους δε του βασιλέως Mαξιμιανού και Mαξεντίου του υιού του, επιάσθη διά την εις Xριστόν ομολογίαν, και εδοκίμασε πολλά και διάφορα βάσανα. Kαι με την σοφίαν αυτής και διαλεκτικήν, εκατάπεισεν εκατόν πενήντα ρήτορας να πιστεύσουν εις τον Xριστόν, ομού με άλλους πολλούς Έλληνας. Mε τους οποίους απεκεφαλίσθη η μακαρία, και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανον. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτής όρα εις τον Παράδεισον.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Αικατερίνα και σοφή και παρθένος,
Eκ δε ξίφους και Mάρτυς. Ω καλά τρία!
Eικάδι πέμπτη άορ κατέπεφνεν ρήτορα κούρην.
Αύτη ήτον κατά τους χρόνους του Mαξιμιανού εν έτει τδ΄ [304], καταγομένη από την πόλιν της Aλεξανδρείας, θυγάτηρ βασιλίσκου τινός ονομαζομένου Kώνστου. Ωραία πολλά και μεγαλόσωμος, δεκαοκτώ χρόνων ούσα κατά την ηλικίαν. Aύτη έμαθεν εις το άκρον κάθε ελληνικήν και ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν παιδείαν και επιστήμην: δηλαδή του Έλληνος Oμήρου, του των Λατίνων μεγαλωτάτου ποιητού Bιργιλίου, του Aσκληπιού, του Iπποκράτους και Γαληνού των ιατρών, Aριστοτέλους και Πλάτωνος, Φιλιστίωνός τε και Eυσεβίου των φιλοσόφων, Iαννή και Iαμβρή των μεγάλων μάγων, Διονυσίου και Σιβύλλης. Aυτή εγυμνάσθη και όλην την ρητορικήν τέχνην, όση εφευρέθη από τους ανθρώπους. Oυ μόνον δε ταύτας, αλλά και πολλάς γλώσσας και διαλέκτους πολλών εθνών έμαθεν η πάνσοφος, ώστε οπού έκαμνεν εκστατικούς, όχι μόνον εκείνους οπού την έβλεπον, αλλά και εκείνους οπού ήκουον την φήμην και την σοφίαν της. Kατά τους χρόνους δε του βασιλέως Mαξιμιανού και Mαξεντίου του υιού του, επιάσθη διά την εις Xριστόν ομολογίαν, και εδοκίμασε πολλά και διάφορα βάσανα. Kαι με την σοφίαν αυτής και διαλεκτικήν, εκατάπεισεν εκατόν πενήντα ρήτορας να πιστεύσουν εις τον Xριστόν, ομού με άλλους πολλούς Έλληνας. Mε τους οποίους απεκεφαλίσθη η μακαρία, και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανον. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτής όρα εις τον Παράδεισον.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Carlo Crivelli, H Αικατερίνη της Αλεξανδρείας, περί το 1470, Santa Lucia, Montefiore dell' Aso
΄Ασπρο σαν το χιόνι το Κατερινιώ
μύριζε λεμόνι, μόσκο στο σκολειό.
Μαύρα τα μαλλιά τση δαχτυλιδωτά
θάλασσες τα μάτια τ' αμυγδαλωτά.
Αχ Κατερινιώ, καλέ Κατερινιώ
δεν επήρες άντρα μέσα απ' το χωριό.
Ζήλεψεν η νύχτα τα σγουρά μαλλιά
πού 'χανε κονέψει άστρα και πουλιά.
Στ' άδικου τη χέρα ήδωσε βουλή
κι ήριξε στο χώμα τ' ακριβό κουρλί.
Αχ Κατερινιώ, καλέ Κατερινιώ
δεν επήρες άντρα μέσα απ' το χωριό.
Νύχτες δίχως άστρα σαν τ' αερικό
φαίνει στ' αργαλειό τση κόσμο μαγικό.
Μάθαν το οι κυράδες και περάσανε
ονειροκεντίδια κι αγοράσανε.
Αχ Κατερινιώ, καλέ Κατερινιώ
δεν επήρες άντρα μέσα απ' το χωριό.
Χαΐνηδες
François Clouet, Αικατερίνη των Μεδίκων. Το όνομά της συνδέθηκε με τη μεγάλη σφαγή της Νύχτας του Αγίου Βαρθολομαίου. Πηγή εικόνας © Bridgeman Art Library, Μουσείο Carnavalet, Παρίσι
Tις Κατερίνες η Εκκλησία τις έκανε προστάτιδες των Γραμμάτων και των Τεχνών, όμοια όπως οι Αιγύπτιοι έκαναν προστάτιδα των Γραμμάτων και των Τεχνών τη γάτα και οι Ινδοί τον ελέφαντα.
Ο τρισκατάρατος Ερρίκος ο Η' παντρεύτηκε τρεις Κατερίνες. Πρώτη την Αικατερίνη της Αραγωνίας, που ευτυχώς τη σκαπούλαρε μ' ένα διαζύγιο και μια κόρη, τη Μαίρη την αιμοσταγή. Δεύτερη από τις Κατερίνες του η Αικατερίνη Χάουαρντ, πέμπτη του σύζυγος κατά σειρά, που αποκεφαλίστηκε όπως και η δύστυχη ξαδέρφη της και δεύτερη σύζυγός του Άννα Μπολέυν, μητέρα της Ελισάβετ της Μεγάλης. Η Αικατερίνη Χάουαρντ ήταν ομορφούλα και ολίγον τι πεταχτούλα, αλλά έβαλε μυαλό μόνο όταν έχασε το τσαχπίνικο κεφαλάκι της. Τελευταία και τυχερή στάθηκε η Αικατερίνη Παρ, που λάτρευε τα κοσμήματα κι έμεινε και χήρα.
Ο τρισκατάρατος Ερρίκος ο Η' παντρεύτηκε τρεις Κατερίνες. Πρώτη την Αικατερίνη της Αραγωνίας, που ευτυχώς τη σκαπούλαρε μ' ένα διαζύγιο και μια κόρη, τη Μαίρη την αιμοσταγή. Δεύτερη από τις Κατερίνες του η Αικατερίνη Χάουαρντ, πέμπτη του σύζυγος κατά σειρά, που αποκεφαλίστηκε όπως και η δύστυχη ξαδέρφη της και δεύτερη σύζυγός του Άννα Μπολέυν, μητέρα της Ελισάβετ της Μεγάλης. Η Αικατερίνη Χάουαρντ ήταν ομορφούλα και ολίγον τι πεταχτούλα, αλλά έβαλε μυαλό μόνο όταν έχασε το τσαχπίνικο κεφαλάκι της. Τελευταία και τυχερή στάθηκε η Αικατερίνη Παρ, που λάτρευε τα κοσμήματα κι έμεινε και χήρα.
Ζούσε μια φορά κι έναν καιρό ένα κοριτσάκι που το λέγαν Κατερίνα ή Κατέ ή Κατερινιώ ή Καίτη ή Κατινίτσα.
Η Κατερίνα ή Κατέ ή Κατερινιώ ή Καίτη ή Κατινίτσα ήτανε κοριτσάκι περίεργο κι αλαφροΐσκιωτο, που αρεσκότανε να πηγαίνει περιπάτους στις ερημιές και να κουβεντιάζει με τα ζώα και τα πουλιά.
Μια μέρα, εκεί που περπατούσε στο δάσος βλέπει ένα τραγί.
-Το μεσημέρι που θα πας στο σπίτι σου, θα δεις και τον αδερφό μου, λέει το τραγί της Κατερίνας ή Κατέ ή Κατερινιώς ή Καίτης ή Κατινίτσας, που για λόγους συντομίας θα τηνε λέμε πια Κατ.
-Δε βλέπω την ώρα, απαντάει η Κατ χαρούμενη.
Πράγματι, πάει σπίτι της και βλέπει ένα προβατάκι που το είχε φέρει ο πατέρας της πεσκέσι σ' αυτήν και στην αδερφή της την Τασσώ.
-Πώς θα το βγάλουμε το προβατάκι; Ρωτάει η Τασσώ.
-Να το πούμε Κίτσο.
Μπε και μπε ο Κίτσος.
-Γιατί βελάζει;
-Θα πεινάει.
Το ταΐσανε λοιπόν χλωροκούκια.
Μπε και μπε πάλι το προβατάκι...
-Θα διψάει. Ας του δώσουμε νεράκι.
Του δώσανε και νεράκι, μα ο Κίτσος συνέχιζε να βελάζει.
Μια με το πεινάει ο Κίτσος – διψάει ο Κίτσος, δώστου ξανά μανά χλωροκούκια και νερό, μέχρι που έσκασε ο δόλιος και τα τίναξε.
Πάει την άλλη μέρα πάλι η Κατ στο δάσος (τη λέμε Κατ για λόγους συντομίας, γιατί τ' όνομά της ήταν Κατερίνα ή Κατέ ή Κατερινιώ ή Καίτη ή Κατινίτσα) και συναντάει πάλι το τραγί.
-Βρε, αθεόφοβη, ωραία υποδεχτήκατε εσύ με την αδερφή σου τον αδερφό μου!
-Τι έφταιγα; Αφού πέρα από μπε και μπε δεν ήξερε τι άλλο να πει.
-Ναι, ήτανε λιγόλογος ο μακαρίτης. Σήμερα όμως θα έρθει η αδερφή μου απ' το σπίτι σου. Κανόνισε να μην της δώσεις να φάει χλωροκούκια.
Πάει πάλι η Κατ στο σπίτι και βλέπει μια αίγα, που την είχε αφήσει αμανάτι ο γείτονας που θα έφευγε για λίγο καιρό.
-Πώς να την πούμε; Ρωτάει η Τασσώ.
-Να τη βγάλουμε Κανέλλα.
Μπε και μπε η Κανέλλα.
-Θα πεινάει.
Την ταΐσανε χλωροφάσουλα.
Ξανά – μανά πάλι μπε, θα πεινάει, θα διψάει και δώστου νερό και χλωροφάσουλα, πάει κι η Κανέλλα καλλιά της.
Περάσανε μέρες και στο δάσος συναντάει η Κατ το μεγάλο τράγο.
-Ου, να μου χαθείς και σε είχα για ξύπνια! Ξεπάστρεψες και την αδερφή μου.
-Μα, μου, σου, του, τα μασάει η Κατ, αφού κι αυτή μπε έλεγε.
-Ε, για να λέμε και του στραβού το δίκιο ήταν τούβλο η συχωρεμένη. Αλλά κοίτα να φερθείς καλύτερα στο μεγάλο αδερφό μου απόψε.
Το απόγευμα η Κατερίνα ή Κατέ ή Κατερινιώ ή Καίτη ή Κατινίτσα βρίσκει στο σπίτι ένα κριάρι που το είχε αφήσει ένας τσοπάνης για λίγες μέρες και μετά θα το έπαιρνε πάλι να βατέψει τις προβατίνες.
-Πώς θα το βγάλουμε;
-Περικλή.
Μπε ο Περικλής, του δίνανε να πιει μόνο νερό γιατί φοβόντουσαν μην τον ξεκάνουνε με χλωροκούκια και χλωροφάσουλα και τον κλείσανε και μέσα στον καμπινέ για να τον έχουνε και σίγουρο. Περάσανε μέρες, πάνε να δουν τον Περικλή, τέζα ο Περικλής απ' την πείνα.
Πάει πάλι η Κατ στο δάσος (είπαμε τη λένε Κατερίνα ή Κατέ ή Κατερινιώ ή Καίτη ή Κατινίτσα) και βρίσκει τον τράγο.
-Τα συλλυπητήριά μου, δεν έχω λόγια... Λέει η Κατ και τότε ο μέγας τράγος βέλασε θριαμβευτικά.
-Να 'σαι καλά, βρε Κατερίνα ή Κατέ ή Κατερινιώ ή Καίτη ή Κατινίτσα! Χρόνια ήθελα να τους βγάλω απ' τη μέση να μείνουν δικά μου τα βοσκοτόπια και οι γίδες του κοπαδιού, αλλά μεγάλη αμαρτία να γίνεσαι αδερφοκτόνος!
Η Κατερίνα ή Κατέ ή Κατερινιώ ή Καίτη ή Κατινίτσα ήτανε κοριτσάκι περίεργο κι αλαφροΐσκιωτο, που αρεσκότανε να πηγαίνει περιπάτους στις ερημιές και να κουβεντιάζει με τα ζώα και τα πουλιά.
Μια μέρα, εκεί που περπατούσε στο δάσος βλέπει ένα τραγί.
-Το μεσημέρι που θα πας στο σπίτι σου, θα δεις και τον αδερφό μου, λέει το τραγί της Κατερίνας ή Κατέ ή Κατερινιώς ή Καίτης ή Κατινίτσας, που για λόγους συντομίας θα τηνε λέμε πια Κατ.
-Δε βλέπω την ώρα, απαντάει η Κατ χαρούμενη.
Πράγματι, πάει σπίτι της και βλέπει ένα προβατάκι που το είχε φέρει ο πατέρας της πεσκέσι σ' αυτήν και στην αδερφή της την Τασσώ.
-Πώς θα το βγάλουμε το προβατάκι; Ρωτάει η Τασσώ.
-Να το πούμε Κίτσο.
Μπε και μπε ο Κίτσος.
-Γιατί βελάζει;
-Θα πεινάει.
Το ταΐσανε λοιπόν χλωροκούκια.
Μπε και μπε πάλι το προβατάκι...
-Θα διψάει. Ας του δώσουμε νεράκι.
Του δώσανε και νεράκι, μα ο Κίτσος συνέχιζε να βελάζει.
Μια με το πεινάει ο Κίτσος – διψάει ο Κίτσος, δώστου ξανά μανά χλωροκούκια και νερό, μέχρι που έσκασε ο δόλιος και τα τίναξε.
Πάει την άλλη μέρα πάλι η Κατ στο δάσος (τη λέμε Κατ για λόγους συντομίας, γιατί τ' όνομά της ήταν Κατερίνα ή Κατέ ή Κατερινιώ ή Καίτη ή Κατινίτσα) και συναντάει πάλι το τραγί.
-Βρε, αθεόφοβη, ωραία υποδεχτήκατε εσύ με την αδερφή σου τον αδερφό μου!
-Τι έφταιγα; Αφού πέρα από μπε και μπε δεν ήξερε τι άλλο να πει.
-Ναι, ήτανε λιγόλογος ο μακαρίτης. Σήμερα όμως θα έρθει η αδερφή μου απ' το σπίτι σου. Κανόνισε να μην της δώσεις να φάει χλωροκούκια.
Πάει πάλι η Κατ στο σπίτι και βλέπει μια αίγα, που την είχε αφήσει αμανάτι ο γείτονας που θα έφευγε για λίγο καιρό.
-Πώς να την πούμε; Ρωτάει η Τασσώ.
-Να τη βγάλουμε Κανέλλα.
Μπε και μπε η Κανέλλα.
-Θα πεινάει.
Την ταΐσανε χλωροφάσουλα.
Ξανά – μανά πάλι μπε, θα πεινάει, θα διψάει και δώστου νερό και χλωροφάσουλα, πάει κι η Κανέλλα καλλιά της.
Περάσανε μέρες και στο δάσος συναντάει η Κατ το μεγάλο τράγο.
-Ου, να μου χαθείς και σε είχα για ξύπνια! Ξεπάστρεψες και την αδερφή μου.
-Μα, μου, σου, του, τα μασάει η Κατ, αφού κι αυτή μπε έλεγε.
-Ε, για να λέμε και του στραβού το δίκιο ήταν τούβλο η συχωρεμένη. Αλλά κοίτα να φερθείς καλύτερα στο μεγάλο αδερφό μου απόψε.
Το απόγευμα η Κατερίνα ή Κατέ ή Κατερινιώ ή Καίτη ή Κατινίτσα βρίσκει στο σπίτι ένα κριάρι που το είχε αφήσει ένας τσοπάνης για λίγες μέρες και μετά θα το έπαιρνε πάλι να βατέψει τις προβατίνες.
-Πώς θα το βγάλουμε;
-Περικλή.
Μπε ο Περικλής, του δίνανε να πιει μόνο νερό γιατί φοβόντουσαν μην τον ξεκάνουνε με χλωροκούκια και χλωροφάσουλα και τον κλείσανε και μέσα στον καμπινέ για να τον έχουνε και σίγουρο. Περάσανε μέρες, πάνε να δουν τον Περικλή, τέζα ο Περικλής απ' την πείνα.
Πάει πάλι η Κατ στο δάσος (είπαμε τη λένε Κατερίνα ή Κατέ ή Κατερινιώ ή Καίτη ή Κατινίτσα) και βρίσκει τον τράγο.
-Τα συλλυπητήριά μου, δεν έχω λόγια... Λέει η Κατ και τότε ο μέγας τράγος βέλασε θριαμβευτικά.
-Να 'σαι καλά, βρε Κατερίνα ή Κατέ ή Κατερινιώ ή Καίτη ή Κατινίτσα! Χρόνια ήθελα να τους βγάλω απ' τη μέση να μείνουν δικά μου τα βοσκοτόπια και οι γίδες του κοπαδιού, αλλά μεγάλη αμαρτία να γίνεσαι αδερφοκτόνος!
© Ελένη Καλλιανέζου, Αθήνα 25 Νοεμβρίου 2008
22 σχόλια:
Ωραίο το αφιέρωμά σου στη γιορτή. Θα τα δώσω με τη σειρά μου στη Γυναίκα μου. Γιορτάζει!
apo edo kai pera mono fast food fagito ...
apo ta sigoura MAC...i opos allios ta lene...
χαχ, αυτό θα πει επιμύθιο!
αχ, δεν σε προλαβαίνω με τις τόσες αναρτήσεις! τι οίστρος είναι αυτός;
Xμμμ... όπου μεγάλος οίστρος μεταφράζεται και ως μεγάλα ζόρια.
Χρόνια Πολλά στις απανταχού Κατερίνες!
πουτ δε φασόλια ντάουν σλόουλι
Εγώ βλέπω οίστρο με... θανατικό!
Ποικιλία από "παραμυθένιες" εκτελέσεις:)
Ο ένας πεθαίνει από το πολύ φαί, ο άλλος από την πείνα!!
Δεν υπάρχει σωτηρία:(
Ίσως τη γλυτώσει ο Τάκης που την κοπάνησε και τρώει στα σίγουρα και υγιεινά!!
Γιατί, βρε b|a|s|n\i/a να τα πουτ ντάουν σλόουλι; Αν τα πουτ ντάουν κουΐκλι θα εκραγούνε; Ουπς! Μου έδωσες ιδέα για καινούργιο παραμύθι!
Σπίθα, δεν έχω, παιδί μου πρόβλημα. Χορτάτους ή νηστικούς, σιγά τα ωά! Μόνο δύο τρόποι εκτέλεσης υπάρχουν;
Παθαινω πολιτισμικο σοκ οποτε μπαινω σ'αυτο το μπλογκ χεχχε :)
*Γεια σου Star..
Γιατρέ μου!
... Έφαγα πολλά φασόλια. Μία φούσκωσις, μια φλόγα...
Ζαντακακι :)
Θυμάμαι όταν ήμουν στο στρατό είχα καψουρευτεί την Γαρμπή, ή Καίτη ή Καιτούλα ή Καιτάρα!
Τραγουδούσε, που λέτε, στ' Αστέρια της Γλυφάδας, εμείς είχαμε υπηρεσία στην Ελευσίνα αλλά κατά τις 1 τα μεσάνυχτα καβαλάγαμε κάτι μηχανάρες που είχαμε και σε 12 λεφτά στο κέντρο που τραγούδαγε.
Έτσι, χύμα, με τις φόρμες παραλλαγής, είμασταν και νεαρούδια, το φυσάγαμε, κλέβαμε την παράσταση και το μαγαζί μας κέρναγε τα ποτά και τα λελούδια...
Δε φαντάζομαι να πήγες μετά στο σπίτι της!
Έχει κηλιδωμένο ποινικό μητρώο. Χλωροκούκια, χλωροφάσουλα ή ασιτία και τέζα!
Τράγος, παιδί μου, τι περιμένεις! Τς, τς, τς!
Χρόνια πολλά στους Στέλλιους και τις Στέλλες σήμερα!
Που βρίσκεσαι, Ελένη; Ελλάδα;
Λοιπόν αστεία - αστεία, η Κατινίτσα είναι η νονά μου και η Τασσώ η μαμά μου.
Όντως τους έφερε ο πατέρας τους, ο παππούς ο Στέλιος ένα προβατάκι τον Κίτσο και τον ψοφήσανε με χλωροκούκια και νερό και ξανά χλωροκούκια.
Έπειτα σου λέει παλιά ήτανε τύποι και υπογραμμοί. Χα!
(Μην ανοίξω και το στόμα μου και για το άλλο ανέκδοτο, ότι ήτανε χαμηλοβλεπούσες και δεν αφήνανε να τους πιάσουνε ούτε τη χείρα).
Ελλάδα είμαι, ναι.
" Με πιάνουν οι ευαισθησίες μου.."
Τραγουδούσε η Καιτούλα, Ασκαρ:))
Αυτό το περί προστάτιδας των γραμμάτων και των τεχνών πρώτη φορά το ακούω. Και με εκπλήσσει θετικά!
Διότι όλ'αυτά τα μάταια χρόνια δεν είχα βρει την παραμικρή εκκλησιαστικη΄προσφρά είτε στα γράμματα, είτε στις τέχνες! Άρα, κάτι θα υπάρχει κι εγώ δεν ψάχνω καλά... :)
@ Hades,
O Nικόδημος ο Αγιορείτης θεωρείται εκ των λογίων της εκκλησίας. Κάθησε και μετέφρασε και την Αποκάλυψη του Ιωάννη σε ομηρικό δακτυλικό εξάμετρο. Λογοτεχνικά άψογος.
Προστάτες επισήμως των γραμμάτων και των τεχνών η εκκλησία δεν έχει (αν εξαιρέσεις τους Τρεις Ιεράρχες).
Όφειλε όμως να αντικαταστήσει και τις παλιότερες δοξασίες για να σταθεί. Βλέπε π.χ. ομαδική αγιοποίηση των 9 Μουσών την 1η Σεπτεμβρίου. Αναφέρονται όλες ως "μάρτυρες". (!)
Αυτό δεν υπάρχει στο συναξάρι του Νικοδήμου (που εμφανίζεται αρκετά συγκρατημένο ως προς τα θαύματα των αγίων), αλλά σε άλλα συναξάρια, μηδέ εξαιρουμένων και των λαϊκών φυλλαδίων με θαύματα αγίων που μοιράζονται στις εκκλησίες (μιλάμε για πολύ γκόθικ διηγήσεις, φοβερά σκηνικά, οι άγιοι και οι αγίες τα βάζουν με διαβόλους και τριβόλους, κάνουν σημεία και τέρατα, υπερασπίζονται την αγνότητά τους κλπ, κλπ.) Κρίμα που όταν πέθανε η μητέρα μου πέταξα εκατοντάδες από δαύτα. Παρουσιάζουν φουλ ενδιαφέρον και μυθοπλαστικά, αλλά και λαογραφικά.
Πάλι σε ώρα μαθήματος πέσαμε;
Με τηΝ γραμματική τελειώσαμε;
Όχι.
Και να διορθώσεις το ποστ σου.
1. Η λέξη ρύθμιση δε γράφεται με δύο "σ".
2. Ο Αλή Μπαμπά δεν πήγε στο όρος Σινά να πάρει τις 9 εντολές.
3. Εσύ δεν είσαι ο Μπάτμαν.
4. Και να ξαναδιαβάσεις το μάθημα με το νι, γιατί θα βάλουμε διαγώνισμα και θα πάρεις κουλουράκι.
Tραγωδία τράγου στη... γραμματική!
Δεν μας έκανες μάθημα για το "σ,σσ"!
Με το ΝΙ και όχι με το ΣΙΓΜΑ:)
υ.γ.
Θα φέρεις και τη maika στο μάθημα;
Κρατάει ομπρέλα και κοπανάει στο κεφάλι!!
Για το "Σ" να μάθεις απέξω το ποιηματάκι:
Σώσος και Σωσώ,
Σώτερ σοι
τόνδε ανέθηκαν.
Σώσος μεν σωθείς
Σωσώ δ' ότι Σώσος εσώθη.
Δημοσίευση σχολίου