Μια φορά κι έναν καιρό ήτανε ένας νέος φτωχός πολύ, που τονε λέγαν Γιάννη. Εμοχθούσε ο φουκαράς ο Γιάννης πολύ κι έλεγε το ψωμί – ψωμάκι και δούλευγε για πενταροδεκάρες κι όλοι του οι παράδες παγαίνανε στους τοκογλύφους κι είχε ρέψει ο Γιάννης απ' την αδυναμία κι εφαινόντανε τα κόκαλά του και το στομάχι του έπαιζε βράδυ πρωΐ ταμπουρά απ' την πείνα.
Στο χωριό τονε φωνάζανε «ο Κακάος» γιατί από μικρός ήτονα λιανός και πήγαινε στα συσσίτια μ' ένα κυπελλάκι πότε να του το γεμίζει με γάλα σκόνη ο διευθυντής από τη βοήθεια της UNRA[1] ή ο καφετζής με κακάο.
Μια μέρα συναντά ο Γιάννης στο δρόμο έναν Αράπη που κράταγε ένα ζεμπίλι μούσμουλα.
-Γεια σου, Κακάο! Τι χαμπάρια;
-Άει, παράτα μας, τι ρωτάς; Στραβωθήκαμε απ' την πείνα και την κακομοιριά!
Βάνει τα γέλια ο Αράπης και λέει στο Γιάννη:
-Να, πάρε ρεγάλο τα μούσμουλα και φύτεψε τα κουκούτσια τους στην πίσω αυλή.
Είπε μια ο Γιάννης να τονε διαολοστείλει, μα είδε τα μούσμουλα και βραδινό φαΐ δεν υπήρχε. Πάει το λοιπόν στην κάμαρη και ρίχτηκε στα μούσμουλα, τόσο που φούσκωσε και τον έπιασε τσιρλιπιπί.
-Μπα, πανάθεμά τονε! Να με ξεκάνει ήθελε, λέει ο Γιάννης και ρίχνει μια στα κουκούτσια και τα σκόρπισε στην αυλή να μην τα βλέπει.
Πέρασε κάμποσος καιρός και κάποια κουκούτσια εφυτρώσανε και βγήκανε μουσμουλιές κι ήρθε καλοκαιράκι και δέσανε καρπούς κίτρινους και ζουμερούς. Κόβει τότενες ο Γιάννης κάμποσα μούσμουλα και τα 'βαλε σ' ένα ταβαδάκι, τα 'πλυνε και δαγκάνει ένα.
Στο χωριό τονε φωνάζανε «ο Κακάος» γιατί από μικρός ήτονα λιανός και πήγαινε στα συσσίτια μ' ένα κυπελλάκι πότε να του το γεμίζει με γάλα σκόνη ο διευθυντής από τη βοήθεια της UNRA[1] ή ο καφετζής με κακάο.
Μια μέρα συναντά ο Γιάννης στο δρόμο έναν Αράπη που κράταγε ένα ζεμπίλι μούσμουλα.
-Γεια σου, Κακάο! Τι χαμπάρια;
-Άει, παράτα μας, τι ρωτάς; Στραβωθήκαμε απ' την πείνα και την κακομοιριά!
Βάνει τα γέλια ο Αράπης και λέει στο Γιάννη:
-Να, πάρε ρεγάλο τα μούσμουλα και φύτεψε τα κουκούτσια τους στην πίσω αυλή.
Είπε μια ο Γιάννης να τονε διαολοστείλει, μα είδε τα μούσμουλα και βραδινό φαΐ δεν υπήρχε. Πάει το λοιπόν στην κάμαρη και ρίχτηκε στα μούσμουλα, τόσο που φούσκωσε και τον έπιασε τσιρλιπιπί.
-Μπα, πανάθεμά τονε! Να με ξεκάνει ήθελε, λέει ο Γιάννης και ρίχνει μια στα κουκούτσια και τα σκόρπισε στην αυλή να μην τα βλέπει.
Πέρασε κάμποσος καιρός και κάποια κουκούτσια εφυτρώσανε και βγήκανε μουσμουλιές κι ήρθε καλοκαιράκι και δέσανε καρπούς κίτρινους και ζουμερούς. Κόβει τότενες ο Γιάννης κάμποσα μούσμουλα και τα 'βαλε σ' ένα ταβαδάκι, τα 'πλυνε και δαγκάνει ένα.
Ανωνύμου, Μούσμουλα και Πουλί, Ζωγραφική σε Μετάξι, ζωγραφισμένο κατά την περίοδο της Κινέζικης Δυναστείας των Σονγκ (1127 – 1279), Εθνικό Μουσείο Αυτοκρατορικού Παλατιού Πεκίνου.
-Αχ, ωχ! Αχ, ωχ! Τι με τρως, βρε καρντάση;
Κάνει έτσι ο Γιάννης να δει από πού ερχόντανε η φωνή, δεν είδε κανέναν. Ξαναδαγκάνει το μούσμουλο.
-Άχ, αχ, βοηθάτε, χριστιανοί, πάει το χεράκι μου!
Ματακοιτάει το μούσμουλο και βλέπει μέσα απ' τη φλούδα ένα ανθρωπάκι.
-Εσύ φώναζες, βρε ζαβολιάρη;
-Εγώ.
-Και τι θες, για να 'χουμε καλό ρώτημα;
-Εγώ μαθές τίποτα, αφεντικό! Εσύ πεινάς. Άνοιξε λοιπόν το πορτάκι της στόφας και θα βρεις φαγητό.
-Ε, δε θα είμαστε με τα καλά μας, λέει ο Γιάννης, αλλά πήγε μέχρι τη στόφα, ανοίγει το πορτί και τι βλέπει; Μια ταψάρα με αρνί και μανεστράκι να φάνε δέκα νοματαίοι!
Έφαγε ο Γιάννης και ρούπωσε και πρήστηκε η κοιλιά του.
-Να 'χαμε τώρα και λίγο κρασάκι!
-Στη νταμιτζάνα, αφεντικό, λέει το ανθρωπάκι απ' το μούσμουλο.
Κάνει έτσι στη νταμιτζάνα και βρίσκει το καλύτερο κρασί. Πίνει, πίνει και ξεδιψάει.
-Καλά φάγαμε, καλά ήπιαμε, λέει τότε ο Γιάννης στο ανθρωπάκι, να' χαμε τώρα κι ένα γυναικάκι!
-Ώπα! Είπαμε της γριάς να χέσει... του απαντάει τ' ανθρωπάκι. Κι αύριο μέρα του Θεού είναι.
-Κι απόψε νύχτα του Διαόλου, λέει ο Γιάννης και ξελιγώθηκε στα γέλια και πέφτει ξερός απ' το φαγητό και το πιοτί στο πάτωμα και ταβλιάστηκε μέχρι την επομένη το μεσημέρι.
Ξυπνάει ο Γιάννης και θυμήθηκε τι έγινε την προηγούμενη μέρα και πάει να βρει το ανθρωπάκι στο μούσμουλο, μα αυτό τα είχε κακαρώσει κι είχε ξεραθεί στην κίτρινη φλούδα.
Πάει να φάει δεύτερο μούσμουλο. Το δαγκάνει.
-Αχ, ωχ! Αχ, ωχ! Του λιμασμένου οι δοντάρες θα με ξεσκίσουνε! τσιρίζει ένα δεύτερο ανθρωπάκι απ' το άλλο μούσμουλο.
-Μη φοβάσαι. Τι απόγινε το ανθρωπάκι απ' το πρώτο μούσμουλο;
-Εξεράθηκε, αφέντη. Έτσι παθαίνουμε όλοι οι μουσμουλάκηδες. Και τώρα λέγε. Τι προστάζεις;
-Λίγη τάξη στο καλύβι μου, φρέσκο ψωμί και ζεστό φαγάκι.
Μέχρι να ανοιγοκλείσει ο Γιάννης ο Κακάος τα μάτια του, το σπίτι του έλαμπε από πάστρα, οι μπουγάδες στέγνωναν στην αυλή, τα ρούχα του ήτανε μπαλωμένα και μανταρισμένα, το τραπέζι στρωμένο, το ψωμί αχνιστό.
Έτσι περάσανε κάποιες ημέρες και λίγδωσε το άντερο το Γιάννη και ταχτοποιηθήκανε τα χρέη του και βρέθηκε και μια καλή κοπέλα, η Φωτούλα, που τον αγάπησε και το στεφανώθηκε.
Πέρασε ένας χρόνος κι εγκαστρώθη η Φωτούλα κι ήρθε πάλι καλοκαιράκι.
Μόλις οι μουσμουλιές δέσανε τους νέους καρπούς, τους ελιμπίστηκε η Φωτούλα ένεκα της γκαστριάς και πάει και κόβει μερικούς και τους έβαλε μέσα στο ταβαδάκι να τους φάει.
Δαγκάνει ένα.
-Αχ, ωχ! Αχ, ωχ! Η γυναίκα του λιμασμένου, βοήθεια! Λέει το ανθρωπάκι απ' το μούσμουλο κι η Φώτω κοψοχολιάστηκε που παρολίγο να χάσει το παιδί.
Με τα τούτα και τα κείνα μαθαίνει κι η Φώτω για τους μουσμουλάκηδες κι απόχτησε καινούργια πατούμενα και μεταξωτή μαντήλα και κεντητό ζιπουνάκι και τζοβαϊρικά, σκουλαρίκια και βραχιόλια και δαχτυλίδια και κιουστέκια.
-Να πάω και της μάνας μου καινούργια σκούπα και ζιπούνι για το χειμώνα και καμιά καινούργια κουβέρτα και να της φτιάξω και τη στέγη που στάζει.
Βολεύτηκε κι η μάνα της Φώτως απ' τους μουσμουλάκηδες κι έμαθε κι αυτή για δαύτους και πήρε κι αυτή τα μούσμουλά της και πήγε στον παπά και του 'φτιασε την εκκλησιά καινούργια.
Ύστερις ο παπάς πήρε κι αυτός μούσμουλα και μετά πάει στο δάσκαλο κι ο δάσκαλος έφαγε κι αυτός καλά και είπε για τα μούσμουλα στον πρόεδρο, κι αφού βολεύτηκε κι ο πρόεδρος έμαθε κι ο νομάρχης, κι ο νομάρχης το 'πε στον υπουργό κι ο υπουργός, αφού γέμισε κι αυτός την κοιλάρα του, το 'πε στον πρωθυπουργό κι ο πρωθυπουργός τότε σκέφτηκε και λέει.
-Να δώσουμε θέση μεγάλη στο Γιάννη τον Κακάο, να βάλουμε χέρι στις μουσμουλιές και στους μουσμουλάκηδες.
Ο Γιάννης ο καψερός δεν εγνώριζε ότι η γυναίκα του είπε για τους μουσμουλάκηδες στη μάνα της κι εκείνη στον παπά κι ο παπάς στο δάσκαλο κι ο δάσκαλος στο νομάρχη κι ο νομάρχης στον υπουργό κι ο υπουργός στον πρωθυπουργό, αλλά μόλις είδε τα μούσμουλά του να τα παίρνουνε μουστερήδες και διάφοροι παρατρεχάμενοι του παπά, του δάσκαλου, του νομάρχη, του υπουργού και του πρωθυπουργού κάτι οσμίστηκε, αλλά έκανε την κορόιδα, γιατί είχε γίνει πια κι αυτός υπουργός κι είχε και παιδόπουλο να θρέψει και του καλάρεσε η ντόλτσε βίτα και τα μεγαλεία.
Εκεί λοιπόν που εκαθόντανε ο Γιάννης ο Κακάος στο υπουργικό του γραφείο μιαν ημέρα, να' σου και σκάει μύτη ο Αράπης που του 'χε πρωτοφέρει το ζεμπίλι με τα μούσμουλα.
-Δε σου είπα να φυτέψεις, βρε μασκαρά τα κουκούτσια στην πίσω αυλή, παρά σκόρπισες τους σπόρους του Θεού όπου σου 'πε η γκλάβα σου η άδεια;
-Μα, μου, σου, του, τα μάσησε ο Γιάννης.
-Μαμούνια! φωνάζει ο Αράπης και γυρνάει ο Γιάννης σπίτι του και βρίσκει όλες τις μουσμουλιές φευγάτες.
Μόλις οι μουσμουλιές εξαφανιστήκανε, τονε ξηλώσανε το Γιάννη από υπουργό και φρύαξε και ο νομάρχης και λύσσαξε κι ο πρόεδρος κι έπαθε νταμπλά ο δάσκαλος και έσκουξε και ο παπάς και άρχισε και η πεθερά να ωρύεται και σκύλιασε και η Φώτω και το 'σκασε με το νομάρχη και ξανάγινε ο Γιάννης φτωχός και λιγδιάρης και σήμερα διακονεύει με μαύρα γυαλιά το φαΐ της ημέρας στα σκαλοπάτια της Αγίας Παρασκευής, προστάτριας των οφθαλμών και τον ακούνε τα παιδόπουλα να παρακαλάει:
-Βοηθείστε, καλοί μου χριστιανοί τον αόμματο, που εστραβώθη κάποτες από την πείνα κι ύστερις εστραβώθη από τη χόρταση.
Σημειώσεις
[1] UNRA: United Nations Relief and Rehabilitation Administration. Μετά από την απελευθέρωση στέλνει στην Ελλάδα περίπου δύο εκατομμύρια τόνους τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης που διανέμει όμως η τότε κυβέρνηση με το παρακράτος και τους ταγματασφαλίτες. Βλέπε και άρθρο της Ελευθεροτυπίας Τραυματική Μνήμη, Τραυματισμένη Κοινωνία πάνω στο βιβλίο του Γιώργου Μάργαρη Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου (1946 – 1949).
Κάνει έτσι ο Γιάννης να δει από πού ερχόντανε η φωνή, δεν είδε κανέναν. Ξαναδαγκάνει το μούσμουλο.
-Άχ, αχ, βοηθάτε, χριστιανοί, πάει το χεράκι μου!
Ματακοιτάει το μούσμουλο και βλέπει μέσα απ' τη φλούδα ένα ανθρωπάκι.
-Εσύ φώναζες, βρε ζαβολιάρη;
-Εγώ.
-Και τι θες, για να 'χουμε καλό ρώτημα;
-Εγώ μαθές τίποτα, αφεντικό! Εσύ πεινάς. Άνοιξε λοιπόν το πορτάκι της στόφας και θα βρεις φαγητό.
-Ε, δε θα είμαστε με τα καλά μας, λέει ο Γιάννης, αλλά πήγε μέχρι τη στόφα, ανοίγει το πορτί και τι βλέπει; Μια ταψάρα με αρνί και μανεστράκι να φάνε δέκα νοματαίοι!
Έφαγε ο Γιάννης και ρούπωσε και πρήστηκε η κοιλιά του.
-Να 'χαμε τώρα και λίγο κρασάκι!
-Στη νταμιτζάνα, αφεντικό, λέει το ανθρωπάκι απ' το μούσμουλο.
Κάνει έτσι στη νταμιτζάνα και βρίσκει το καλύτερο κρασί. Πίνει, πίνει και ξεδιψάει.
-Καλά φάγαμε, καλά ήπιαμε, λέει τότε ο Γιάννης στο ανθρωπάκι, να' χαμε τώρα κι ένα γυναικάκι!
-Ώπα! Είπαμε της γριάς να χέσει... του απαντάει τ' ανθρωπάκι. Κι αύριο μέρα του Θεού είναι.
-Κι απόψε νύχτα του Διαόλου, λέει ο Γιάννης και ξελιγώθηκε στα γέλια και πέφτει ξερός απ' το φαγητό και το πιοτί στο πάτωμα και ταβλιάστηκε μέχρι την επομένη το μεσημέρι.
Ξυπνάει ο Γιάννης και θυμήθηκε τι έγινε την προηγούμενη μέρα και πάει να βρει το ανθρωπάκι στο μούσμουλο, μα αυτό τα είχε κακαρώσει κι είχε ξεραθεί στην κίτρινη φλούδα.
Πάει να φάει δεύτερο μούσμουλο. Το δαγκάνει.
-Αχ, ωχ! Αχ, ωχ! Του λιμασμένου οι δοντάρες θα με ξεσκίσουνε! τσιρίζει ένα δεύτερο ανθρωπάκι απ' το άλλο μούσμουλο.
-Μη φοβάσαι. Τι απόγινε το ανθρωπάκι απ' το πρώτο μούσμουλο;
-Εξεράθηκε, αφέντη. Έτσι παθαίνουμε όλοι οι μουσμουλάκηδες. Και τώρα λέγε. Τι προστάζεις;
-Λίγη τάξη στο καλύβι μου, φρέσκο ψωμί και ζεστό φαγάκι.
Μέχρι να ανοιγοκλείσει ο Γιάννης ο Κακάος τα μάτια του, το σπίτι του έλαμπε από πάστρα, οι μπουγάδες στέγνωναν στην αυλή, τα ρούχα του ήτανε μπαλωμένα και μανταρισμένα, το τραπέζι στρωμένο, το ψωμί αχνιστό.
Έτσι περάσανε κάποιες ημέρες και λίγδωσε το άντερο το Γιάννη και ταχτοποιηθήκανε τα χρέη του και βρέθηκε και μια καλή κοπέλα, η Φωτούλα, που τον αγάπησε και το στεφανώθηκε.
Πέρασε ένας χρόνος κι εγκαστρώθη η Φωτούλα κι ήρθε πάλι καλοκαιράκι.
Μόλις οι μουσμουλιές δέσανε τους νέους καρπούς, τους ελιμπίστηκε η Φωτούλα ένεκα της γκαστριάς και πάει και κόβει μερικούς και τους έβαλε μέσα στο ταβαδάκι να τους φάει.
Δαγκάνει ένα.
-Αχ, ωχ! Αχ, ωχ! Η γυναίκα του λιμασμένου, βοήθεια! Λέει το ανθρωπάκι απ' το μούσμουλο κι η Φώτω κοψοχολιάστηκε που παρολίγο να χάσει το παιδί.
Με τα τούτα και τα κείνα μαθαίνει κι η Φώτω για τους μουσμουλάκηδες κι απόχτησε καινούργια πατούμενα και μεταξωτή μαντήλα και κεντητό ζιπουνάκι και τζοβαϊρικά, σκουλαρίκια και βραχιόλια και δαχτυλίδια και κιουστέκια.
-Να πάω και της μάνας μου καινούργια σκούπα και ζιπούνι για το χειμώνα και καμιά καινούργια κουβέρτα και να της φτιάξω και τη στέγη που στάζει.
Βολεύτηκε κι η μάνα της Φώτως απ' τους μουσμουλάκηδες κι έμαθε κι αυτή για δαύτους και πήρε κι αυτή τα μούσμουλά της και πήγε στον παπά και του 'φτιασε την εκκλησιά καινούργια.
Ύστερις ο παπάς πήρε κι αυτός μούσμουλα και μετά πάει στο δάσκαλο κι ο δάσκαλος έφαγε κι αυτός καλά και είπε για τα μούσμουλα στον πρόεδρο, κι αφού βολεύτηκε κι ο πρόεδρος έμαθε κι ο νομάρχης, κι ο νομάρχης το 'πε στον υπουργό κι ο υπουργός, αφού γέμισε κι αυτός την κοιλάρα του, το 'πε στον πρωθυπουργό κι ο πρωθυπουργός τότε σκέφτηκε και λέει.
-Να δώσουμε θέση μεγάλη στο Γιάννη τον Κακάο, να βάλουμε χέρι στις μουσμουλιές και στους μουσμουλάκηδες.
Ο Γιάννης ο καψερός δεν εγνώριζε ότι η γυναίκα του είπε για τους μουσμουλάκηδες στη μάνα της κι εκείνη στον παπά κι ο παπάς στο δάσκαλο κι ο δάσκαλος στο νομάρχη κι ο νομάρχης στον υπουργό κι ο υπουργός στον πρωθυπουργό, αλλά μόλις είδε τα μούσμουλά του να τα παίρνουνε μουστερήδες και διάφοροι παρατρεχάμενοι του παπά, του δάσκαλου, του νομάρχη, του υπουργού και του πρωθυπουργού κάτι οσμίστηκε, αλλά έκανε την κορόιδα, γιατί είχε γίνει πια κι αυτός υπουργός κι είχε και παιδόπουλο να θρέψει και του καλάρεσε η ντόλτσε βίτα και τα μεγαλεία.
Εκεί λοιπόν που εκαθόντανε ο Γιάννης ο Κακάος στο υπουργικό του γραφείο μιαν ημέρα, να' σου και σκάει μύτη ο Αράπης που του 'χε πρωτοφέρει το ζεμπίλι με τα μούσμουλα.
-Δε σου είπα να φυτέψεις, βρε μασκαρά τα κουκούτσια στην πίσω αυλή, παρά σκόρπισες τους σπόρους του Θεού όπου σου 'πε η γκλάβα σου η άδεια;
-Μα, μου, σου, του, τα μάσησε ο Γιάννης.
-Μαμούνια! φωνάζει ο Αράπης και γυρνάει ο Γιάννης σπίτι του και βρίσκει όλες τις μουσμουλιές φευγάτες.
Μόλις οι μουσμουλιές εξαφανιστήκανε, τονε ξηλώσανε το Γιάννη από υπουργό και φρύαξε και ο νομάρχης και λύσσαξε κι ο πρόεδρος κι έπαθε νταμπλά ο δάσκαλος και έσκουξε και ο παπάς και άρχισε και η πεθερά να ωρύεται και σκύλιασε και η Φώτω και το 'σκασε με το νομάρχη και ξανάγινε ο Γιάννης φτωχός και λιγδιάρης και σήμερα διακονεύει με μαύρα γυαλιά το φαΐ της ημέρας στα σκαλοπάτια της Αγίας Παρασκευής, προστάτριας των οφθαλμών και τον ακούνε τα παιδόπουλα να παρακαλάει:
-Βοηθείστε, καλοί μου χριστιανοί τον αόμματο, που εστραβώθη κάποτες από την πείνα κι ύστερις εστραβώθη από τη χόρταση.
_________________________
Σημειώσεις
[1] UNRA: United Nations Relief and Rehabilitation Administration. Μετά από την απελευθέρωση στέλνει στην Ελλάδα περίπου δύο εκατομμύρια τόνους τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης που διανέμει όμως η τότε κυβέρνηση με το παρακράτος και τους ταγματασφαλίτες. Βλέπε και άρθρο της Ελευθεροτυπίας Τραυματική Μνήμη, Τραυματισμένη Κοινωνία πάνω στο βιβλίο του Γιώργου Μάργαρη Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου (1946 – 1949).
© Ελένη Καλλιανέζου, Αθήνα 3 Ιανουαρίου 2009
37 σχόλια:
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ....
Πάλι καλά, δεν είχαμε κι'εδώ θανατικά!
Μόνο κουκούτσια από μούσμουλα, φτού!
Την πείνα την έχουμε συνηθίσει, δεν μας τρομάζει..
Καλά άρχισες την χρονιά!
Σχετικά:D
Επιστρεφω και τι βλεπω; Παραμυθι. Οτι πρεπει.
Καλη χρονια. Οτι επιθυμεις. Καφροευχες, καφροφιλια και ταλιμπαν και ταλιμπαν.
@ Kαλή Χρονιά, Ακρατούλη! :)
@ Σπίθα,
Προς το παρόν. Είναι που έδωσα στην Κατίγκω ολιγοήμερη άδεια να κάνει φυσιοθεραπείες για τα αρθριτικά της. :D
@ Βρασιδάκοοοοοο!
Γύρισες! Ως ευ παρέστης! Το τυράκι στη φάκα όλο δικό σου!
Καλή Χρονιά! :)
Και προειδοποιώ τους άλλους κάφρους: Μην τυχόν κι αγγίξετε το τυράκι του Βρασίδα, γιατί θα έχετε να κάνετε με την Κατίγκω!
Ρε παιδί μου, όπου μπλέκεται γυναίκα φέρνει τη συμφορά!
με το μπαρδόν το άσχετο σχόλιο αλλά δεν μπορούσα να μην σε ασπαστώ τη θεία και να μην ευχηθώ να ζήσεις το παραμύθι σου!
Ωραίο παραμύθι με αναφορές στην πραγματικότητα-προφανώς εντελώς συμπτωματικές!
σήμερις το ματαδιάβασα...
δεν ήταν τελικά λίγο ελαφρύ... όπως το διάβακα την προύτη φορά.
Μου έδωκε άλλα πράματα αυτή η δεύτερη ανάγνωση.
Μου άρεσε...
Οι μουσμουλάκηδες είναι μια προσφορά της Αγροτικής τράπεζας (Βρές τη τυχερή μουσμουλιά και......ξεφορτώσου λογαριασμούς και επιτόκια για μια ζωή! Yeah!!!!!)
το ταβαδάκι τι είναι;
ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕ ΥΓΕΙΑ,ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΕΥΤΥΧΙΑ.ΠΟΛΥ ΟΜΟΡΦΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΟΥ.ΤΗ ΔΙΑΒΑΣΑ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ.ΒΓΑΙΝΕΙ ΔΙΔΑΓΜΑ ΝΟΜΙΖΩ.
@ Ασκάρ,
Συμφωνώ μαζί σου. Συμφορά όπου μπλέκεται γυναίκα, άστα να παν! Αλλά κι όπου μπλέκεται άντρας να δεις:
Βατοπέδια, κραχ, ταλιμπάν, ξύλο, πόλεμοι, πείνα και το λουρί της μάνας!
@ tovene592,
Καλώστο το ανηψούδι!
Ματς - μουτς!
Να μου ζήσεις!
Πάρε και το δωράκι σου:
Μια ωραιότατη πλαστική καραμούζα!
@ Ερατώ,
Συμπτωματικότατες!
Όσο συμπτωματικό και το ότι όλοι εμείς οι παλιόγεροι που κόβουμε ακόμη Βασιλόπιτες, που για το 2009 -όλως συμπτωματικώς- το φλουρί έπεσε στο κομμάτι του φτωχού. Όι, όι, μάνα μου! :)
@ Akrat,
Συμβαίνει! Κι εγώ όταν ξαναδιαβάζω μετά ό,τι έγραψα και με αποσυμβολοποιώ, όλο διδάγματα με βρίσκω! :))
@ ΑΑ,
Σου 'πανε! Οι μουσμουλιές είναι προσφορά των Σώσον Ελέησον.
Αλλά κάτι μούσμουλα έχει σ' ένα ζεμπίλι κι ο Ομπάμα. Αν έχουν μέσα και μουσμουλάκηδες θα δείξει!
Βοήθειά μας και Καλή Χρονιά! :)
@ b|a|s|n\i/a,
Ταβάς ή νταβάς στην Αιτωλοακαρνανική διάλεκτο είναι το ταψί.
Άρα και ταβαδάκι ή νταβαδάκι είναι το ταψάκι. :)
@ JK O SΚΡΟΥΤΖΑΚΟS,
Kαλή Χρονιά! Μπορεί να βγαίνει και δίδαγμα. Αν το ζορίσουμε κι άλλο, μπορεί να βγουν και παραπάνω από ένα. Αλλά βαριέμαι να λέω και τι με διδάσκω. :)
Καλωσήλθες!
Καλή χρονιά-χρόνια-πολλά-καλή-χρονιά-χρόνια-πολλά !
Χρόνια όμορφα,ζεστά και ευτυχισμένα να έχεις αστεόρεσσα!
Πανέμορφη η ιστορία σου!
@Tovene592
Tο ξέρεις το "Δεύτε τελευταίον ασπασμόν"?
Οχι πολλά- πολλά με τη θείτσα είπαμε...
Καλή χρονιά και να προσέχεις τους ασπασμούς ανήψι!!
@ b|a|s|n\i/a
Πολύχρονος και καλή χρονιά!!
@ Ασκαρ
Κάτι πρέπει να κάνουμε!!
Όλο μπελάδες είναι ρε γμτο, οι γυναί!!
Καλή χρονιά σε όλους μας:)
@ stardust30,
Τις πιο θερμές μου ευχές!
@ Σπίθα,
Γιατί αποπαίρνεις τον ανηψιό μου;
Εγώ αποπαίρνω τις ανηψιές σου; :Ρ
Συσπειρώσου και με τον άλλο τον "κατατρεγμένο", και κοντά στο "δεύτε τελευταίον ασπασμόν", να ψάλλω κι εγώ το τροπάριο "ανοίξω το στόμα μου και πληρωθήσεται πνεύματος";
Ουστ!
Δίδαγμα : Μακρυά απο μούσμουλα...και αράπηδες ...(ναι στις αραπίνες όμως..)
Παραμυθού Αστέρω.....
Άχουτο, το Τακουλίνι! Θέλει αραπίνες λάγνες ερωτιάρες, με ουΐσκι με γλυκές κιθάρες, γλέντι και πιοτό... :)
Για χάρη σου, βρε Τάκη, θα μιλούσα στη Ναόμι Κάμπελ, αλλά πάει κι αυτή. Έκλεισε τα 38. Περήφανο γηρατειό κι αυτή.
Τι γηρατειό δηλαδή... Χούφταλο να λες. Άστα!
Μια δυστυχία!
μουσμουλισιους..........
"Μουσμουλίσιους!"
Ωραίο επιφώνημα! Το αναφωνούν και για το Αγαθονήσι εντόνως!
παιρνω πασα απο το Αγαθονησι αλλα και το σχολιο σου στον Σπιθα και λεω τα πιο κατω:
1.η Τουρκικη εξωτερικη πολιτικη εχει οραμα σκοπο στρατηγικη και τακτικες και ειναι ασχετη απο το ποιος ειναι στην εξουσια..
2.η Τουρκικη πολιτικη ειναι αξια μαθητρια της Φαναριωτικης πολιτικης, που εξυπνα εφαρμοζουν.
3.οι Τουρκοι εξυπνα δεν εχουν υπογραψει πολλες διεθνεις συνθηκες (Γενευης, Θαλασσων κλπ), ετσι δεν τις αναγνωριζουν.
εμεις τωρα
ασχολουμαστε με την Χαμας και το Ισραηλ.
με την σωτηρια του φαλκροκοκκορα της Μαδαγασκαρης.
χαμαμε τον τουρισμο μας με τα γνωστα προ 20ημερου γεγονοτα.
δεν εχουμε,σαφη εξωτερικη πολιτικη.
εχουμε πολιτικους Ταγους σαν τον Τσιπ, τον Ντεηλ, τον χοντρουλη, την χοντρουλα και τον αθληταρα.
και φυσικα μαζι με ολα τα πιο πανω
τη αιωνια, παντοτεινη, ουτοπικη, ανυπαρκτη ανανεωση της ανανεωτικης προοδευτικης αριστερας,
ή την αναζητηση για το ανθρωπινο προσωπο του καπιταλισμου...
αν θες μια καταπληκτικη,περιεκτικη αναλυση για το θεμα του Αιγαιου,
διαβασε το "απειλη στο Αιγαιο" μια 36 σελιδη εκδοση της "ενωσης συντακτων ημερησιων εφημεριδων της Αθηνας"...
αν δεν το βρεις μου λες να το αντιγραψω και να στο στειλω...
@ Δημήτριε,
πού να πρωτοθρηνήσω; Ρίχνω τον κομμό της Εκάβης προς το παρόν στο ποστ του Σπίθα.
εξυπνη κινηση...
Βρήκαν ευκαιρία οι γείτονες και άρχισαν τα ζεϊμπέκικα.
Να συζητάμε θέματα υπό "πίεση"!
Ωραία τα καταφέραμε..
ετοιμασα ενα φωτορομαντζο και εχεις πρωταγωνιστικο ρολο....
http://brexmother2.blogspot.com/2009/01/mob-goes-wild.html
To είδα, το είδα! :)
Πανέμορφη η γραφή σου...πανέμορφη...
Καλησπέρα :)
Φχαριστώ, φχαριστώ! Κερνάμε λουκουμάκι και ευχόμεθα και Καλή Χρονιά! :)
ο Γιάννης ο καψερός τιμωρήθηκε ενώ ο παπάς,ο δάσκαλος,ο πρόεδρος κι οι υπουργοί... την έβγαλαν και πάλι καθαρή...
Μα ούτε στα παραμύθια δεν την πληρώνουν αυτοί...
Έλα βρε αστερόεσσα,σε παρακαλώ, ζωγράφισε κάπου στο παραμύθι σου, μια μαύρη τρύπα να πέσουν οι κακοί μέσα!
καλή χρονιά!!!
;0)))
Άντε, βρε maika. :)
Θα φτιάξω για χάρη σου παραμύθι που να την πληρώνουν και οι παπάδες, οι δάσκαλοι και οι νομάρχες.
Ποιος δεν επιθυμεί παραμύθι με happy end?
Αλλά εδώ δε μου έβγαινε να μην την πληρώσει ο Γιάννης, διότι φταίει. Να κάνουμε και συμψηφισμό μεγαλύτερης ενοχής; Πάλι φταίει.
Τι σου είπε, βρε Γιάννη ο Αράπης;
1. Στην πίσω αυλή τα κουκούτσια.
2. Άντε και παντρεύτηκες ψυχοπονιάρα. (Που είδαμε πόσο ψυχοπονιάρα ήτανε, αφού το έσκασε με το νομάρχη, αλλά τελοσπάντων). Δουλειά σου να της πεις "έλα δω, μωρή δεν μπορούσες να στείλεις της μάνας σου τα ζιπουνάκια και να φτιάξεις τις στέγες από μακριά; Έπρεπε να της πας, βρε χαμένη και μούσμουλα;"
3. Κι άντε η γριά πες θεοσεβούμενη και πήγε τα μούσμουλα στον παπά. Όταν έβγαλε μια γλώσσα παπούτσι, πάει και η ευσέβεια περίπατο, αλλά τελοσπάντων.
4. Είδαμε και τον παπά και το δάσκαλο. Πού είναι, βρε το φιλόπτωχο και τα φτωχά μαθητόπουλα; Στα παλιά τους τα παπούτσια. Έδρασε κανείς όσο ήταν καιρός; Όχι. Γιατί λοιπόν να μην την περάσουν κοτσάνι, μιας και είναι προστατευόμενοι των νομαρχαίων, των υπουργών και των πρωθυπουργών;
5. Τι έκανε ο Γιάννης όταν ήταν υπουργός; Την πάπια, γιατί "καλόμαθε η γριά στα σύκα".
Κοιμήσου λοιπόν Γιάννη όπως έστρωσες κι άλλη φορά να προσέχεις.
Άδικο έχω;
Στην πραγματικότητα η πρόθεσή μου ήταν να τον βάζω να περνάει κι άλλα δεινά. Αλλά λέω πρώτο παραμύθι του χρόνου, ας βάλουμε μόνο την πείνα (που την προανήγγειλαν και παγκοσμίως) και ας του τη χαρίσω στα άλλα.
Θα σφιχτώ πολύ να γράψω κανένα παραμύθι που να εξελίσσεται στο Χόλλυγουντ, αλλά πρέπει
α) να κόψω ειδήσεις, εφημερίδες κι ιστολόγια
β) να σταματήσει ο Σπίθας τις πολιτικές του αναρτήσεις, γιατί μου ξυπνά το ορθολογιστικό μου κι όχι το τραλαλά - βατομουράκια κομμάτι μου.
γ) έχω και μιαν ανησυχία για την Αριστερά που εξακολουθεί αγρόν να αγοράζει, απλώς επί το απαλότερον.
δ) βλέπω και τη μισή μπλογκόσφαιρα να επαναστατεί (ίσα, ρε επαναστάτες, δε χάθηκε κι ο κόσμος, αν σας ξεφύγει κι ένα θέμα να δείξετε το ακτιβισμό σας) και την υπόλοιπη να φασίζει ή να λαϊκίζει ή να πιάνει απλώς ευχολόγια "και, αχ τι ωραία που τα λέτε" με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις των τελευταίων ρομαντικών του ανθρώπινου είδους...
ε) έζησα να δω και το νέο φρούτο: προκηρύξεις οργανώσεων (!) μέσω Ίντερνετ και πάσης φύσεως επικίνδυνες βλακείες, όπου το αυτονόητο μόνο αυτονόητο δεν είναι... Έλεος!
Τι να έκανα; Να έβαζα νεολαίους να πετροβολάνε τον παπά και το νομάρχη; Ή κουκουλοφόρους να τη μπουμπουνίζουν στους υπουργούς και τους πρωθυπουργούς τοιχογραφώντας "Merry New Crisis and a Happy New Fear" και τους ηλιθίους να επικροτούν ή να χαζογελάνε, περιμένοντας τον κάθε "πεφωτισμένο" πολιτικάντη ή δημοσιογραφίσκο να τους υπαγορεύσει πώς να σκέφτονται;
Aνάρτησή μου:
Αρχίζοντας από την Αλφαβήτα, όπου Άλφα = Αστυνομία και Βήτα = Βία,
Σχόλιο Νο 53:
Αστερόεσσα είπε...
[...Ερώτημα: Ποιος μας λέει ότι ο δολοφόνος του Αλέξη Γρηγορόπουλου δεν πληρώθηκε για να σκοτώσει το μικρό; Υπόθεση εργασίας βεβαίως κάνω. Η μητέρα του έχει κοσμηματοπωλείο στο Κολωνάκι και η ίδια ανέφερε ότι την οικογένεια την παρακολουθούσαν εδώ και καιρό.
...]
Μελαγχόλησα πάλι... Ουφ!
Πολύ καλό! Θυμήθηκα τα παιδικά μου χρόνια που διαβάζαμε ιστορίες από το «ανθολόγιο» του δημοτικού...
Από χτες διαβάζω τον "Ερωτευμένο Ιππόκαμπο".Είμαι στο σημείο που η πριγκίπισσα κάνει μπάνιο με το πράσινο υγρό για να λυθούν τα μάγια. Ενδιαφέρον,πρωτότυπο και με λεπτό χιούμορ.
Πρώτη φορά διαβάζω και ταυτόχρονα κριτικάρω και τη συγγραφέα γράφοντας απευθείας στην ίδια!
@ Aνορθόδοξε, αχ!
Άκουγα για τα συσσίτια της UNRA και τα κατοχικά τραγουδάκια από ανθρώπους που τα 'ζησαν από πρώτο χέρι και τα τραγούδησαν:
"Πατάω ένα κουμπί
και βγαίνει μια χοντρή
και λέει στα παιδάκια
"νιξ" φαΐ.
Θα πάω να το πω
στον Έρυθρό Σταυρό,
πως είσαστε συνέταιροι
κι οι δυό...
Έχουν περάσει τόσο πολύ στο πετσί μου, που ώρες - ώρες αναρωτιέμαι πόσο χρονών είμαι... :)
@ Ερατώ,
Όλοι οι ήρωες έχουν κάτι από μένα. :)
Κι ο Τίτος. Κι η Μπιανκανέρα σε μεγάλο βαθμό. (Δεν είναι κακή, σαρκάζει, έχει και τάσεις αναχωρητισμού...)
Όσο για την Ελιάνα... ακολούθησα τα βήματά της στον επίλογο.
Μυστήριο να αρχίζεις να μοιάζεις με τις επινοήσεις σου. Δε θέλω να το αναλύσω περισσότερο, γιατί μπορεί να βγει συμπέρασμα γκραν - γκινιόλ. :))
Δεν ήξερα τι θα βγει απ' την αρχή. Ξεκίνησε σαν παιχνίδι με 24 λέξεις.
Μετά το ζούσα. Έστηνα στους ήρωες παγίδες κι έλεγα "Α, το βλάκα! Πού πάει; Δε βλέπει;"
Γράφτηκε μέσα σε 20 μέρες στα Μέθανα, όπου επιθυμούσα σαν τρελή να διαβάσω κάτι, και μιας και δεν είχα μαζί μου βιβλίο, κάθησα στο λάπτοπ και το έγραψα για την πλάκα μου.
μη μελαγχολείς..απαπα...στα όρη στ΄αγρια βουνά η παλιομελαγχολία..ξου,ξου...
Αν θέλεις σου δανείζω και το διακόπτη μου,αυτόν που χρησιμοποιώ και σβήνω τα μαύρα και τα άραχνα...
γιατί πονάνε πολύ και δε τα αντέχω..
Σου δανείζω αν θέλεις και μερικά dvd's ...Μαδαγασκάρη 1, Toy Story,Μπαμπούλες α.ε, Robots κ.α!!
τέλεια είναι σου λέω!!!
Βάλε μπρος για το χολλυγουντιάνικό.. σου παραμύθι κι εγώ θα κρατάω τσίλιες...Έτσι κι έρθει κανένα κακό μαντάτο θα το πιάσω και θα το στείλω στην Αίτνα! Δεν πρόκειται να σ΄ενοχλήσει τίποτα σου λέω!!
Άσε που και με το παραμύθι σου μπορεί να ξορκίσεις και όλα τα άλλα κακά που βρίσκονται στην αναμονή...
Όσο για το Γιάννη καλά του έκανες και τον στράβωσες για να μάθει κι αυτός να προσέχει και να μην ξεχνάει...
και επίσης, όπως και η Ιστορία έτσι και τα Παραμύθια ανήκουν σε αυτόν που τα γράφει.. άρα? άρα άμα θέλεις αφήνεις τους ήρωές σου μ΄ένα μάτι,μισό στόμα,3 χέρια,5 ζιβάγκο,με κιλτ,με προβοσκιδά...ό,τι θέλεις!!!
;0)))
Προβοσκίδα; Wow!
Μ' άρεσε!!! :))
By the way...
Αν μια σφαίρα δε "εξοστρακιστεί" στον ουρανό και χτυπήσει έναν νέο από πάνω προς τα κάτω -διά χειρός Θεού- (όπως μας είπε ο κ. Κούγιας), υπάρχει ίσως ένα αμυδρό ενδεχόμενο ο νέος να γονάτισε και να τον πυροβόλησαν στο κεφάλι;
Λέω τώρα κι εγώ η αφελής...
Mπορεί ωραιότατα τα στηθεί ένα βρώμικο παιχνίδι, όπου είναι ΠΡΟΔΙΑΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟ ότι θα εγείρει το λαϊκό αίσθημα και η Αριστερά θα φάει τη φόλα;
"Είμαι πικραμένος. Όχι τόσο από τους αντιπάλους μου, που έκαναν στο κάτω κάτω τη δουλειά τους, αλλά από τους ομόφρονές μου. Δεν άφησαν πεπονόφλουδα που τους πετούσε η ντόπια ή η ξένη αντίδραση που να μην την πατήσουν... Αν ήθελε κάποιος να γράψει για τις αστοχίες της ηγεσίας του αριστερού κινήματος στην Ελλάδα, δεν θα χρειαζόταν τόμους χειρογράφων με σοβαρές αναλύσεις... Θα του αρκούσαν μερικά χειρόγραφα για να γράψει ένα μικρό χιουμοριστικό βιβλίο με τίτλο «Ο δρόμος με τις πεπονόφλουδες». Δυστυχώς, οι γκάφες των ομοφρόνων μου κατέστρεψαν ένα πανίσχυρο προοδευτικό κίνημα και μας πήγαν πολλές δεκαετίες πίσω."
(Δήλωση Ηλία Ηλιού το 1981, όταν αποσυρόταν από την πολιτική).
Να δω πόσες πεπονόφλουδες ακόμη θα πατήσει...
Δημοσίευση σχολίου