Τρίτη 17 Ιουνίου 2008

Memorabilia

Θυμάσαι τότε που γυρνάγαμε απ’ το σχολείο, έξω απ’ το στοιχειωμένο σπίτι με τις τσουκνίδες, που όποιος άγγιζε τον αυλότοιχό του θα πέθαινε και πήγα και τον άγγιξα, να δω αν πιάνει η κατάρα;

Θυμάσαι το σπίρτο που σου πλησίαζαν στο πρόσωπο, όντας βρέφος, να σβήσεις τη φλόγα;

Θυμάσαι εκείνο το στενό δρομάκι με τις πλήθρες στην Κύθνο, την Παναγιά την Κανάλα, (δε μου άρεσε το «Κανάλα», θα προτιμούσα το Παναγιά η Θαλασσινή).

Θυμάσαι στην Ικαρία την κοιλάδα του Να, που εσείς ανεβήκατε ψηλά σκαρφαλώνοντας στα βράχια κι έμεινα εγώ πίσω μοναχή μου, βέβαιη πως με λίγη αυτοσυγκέντρωση θα μιλούσα στα αερικά; Έπιασε το κόλπο, άκουσα τα θροΐσματα, άκουσα και κουδουνίσματα και γέλια και σας το ‘πα, αλλά εσείς γελάσατε. Θυμάσαι;

Θυμάσαι τότε που αποφάσισα ένα ολόκληρο καλοκαίρι να μη φάω τροφή μαγειρεμένη κι έτρωγα μόνο φρούτα, μέλι και γιαούρτι κι ανέβαινα σε μια καρέκλα στο γραφείο κι έκανα ασκήσεις πτήσης; Κι αυτό το μαγικό έπιασε. Κάθε φορά που το πόδι μου άγγιζε το πάτωμα ο χρόνος διαστελλόταν, η κίνηση γινόταν slow motion, στ’ αλήθεια πετούσα.

Θυμάσαι το κηπάκι με τις γαρδένιες και τα λόγια της γριάς «Οι γαρδένιες είναι φυτό ερωτιάρικο. Ποτέ μην έχεις μια γλάστρα, πάντα δυο, όλες σε ζευγάρια, αλλιώς μαραίνονται»;

Θυμάσαι το κρασί που ήπιαμε στην παραλία σε κολωνάτα ποτήρια κι η θάλασσα τρεμούλιαζε και τα κορμιά μας τρεμούλιαζαν και το φεγγάρι τρεμούλιαζε κι έφευγε διακριτικά και χανόταν πέρα απ’ τα βουνά για να μας αφήσει να σμίξουμε;

Θυμάσαι τη σκονισμένη λυγαριά, τα «χαίρε» και τα «όχι», τα νερά, τις πλατωσιές του ορίζοντα, τα μαγικά σουσάμια, τους κλέφτες τις νύχτας, που όλα τ’ άλεσα στο μεγάλο μου γουδί, μυκτηρισμούς κι απόηχους του Γκρίζου και του Τότε;

Θυμάσαι εκείνο το ταψί με τα γεμιστά που έφτιαξα στο ξενοδοχείο και το κουβαλούσα στο λιμάνι σκεπασμένο μ’ εφημερίδες για να το μοιραστούμε με την παρέα στο καφενείο;

Θυμάσαι που περπατούσα μονάχη μου με το φλάουτο στο σακίδιο στα δάση στον Ταΰγετο, για να παίξω χωρίς να μ’ ακούει κανείς στις όχθες του Κνακύωνα;

Θυμάσαι εκείνο τον αδέσποτο σκύλο, το Mr Brown, που τον βάλαμε μέσα στο αυτοκίνητο να μας κάνει παρέα σ’ εκείνη την ταβέρνα που είχε δεμένες δίπλα της σχεδίες και πλατσουρίζαμε στα νερά για να ανεβούμε στη σχεδία να τρώμε και να λικνιζόμαστε με το κύμα και φοβόταν ο σκύλος και γάβγιζε; Φουκαρά, Mr Brown, σε φόλιασαν μπαμπέσικα...

Θυμάσαι στη Σίφνο τον Αράπη, το Σκύλο, το Μαύρο, τον Ταμ – Ταμ, ταμ, ταμ, ταμ, κι η βρόχα έπεφτε στρέιτ θρου;

Θυμάσαι εκείνον τον Αλβανό στην ανασκαφή, που φοβόταν το μιλλένιουμ κι έλεγε ότι το 2000 οι άνθρωποι θα γεννιούνται Κοντορεβυθούληδες και θα περπατάνε κάτω απ’ τις μαργαρίτες; «Εσύ, ντεν είσαι γκυναίκα», έλεγε. «Γκυναίκα, μέσα στο σπίτι, μαγκειρεύει, πλένει, σιντερώνει, ντεν είναι έξω στις λάσπες, ντεν σκάβει, ντεν πίνει, ντεν καπνίζει, κάνει παιντιά, εσύ είσαι άντρας» κι εγώ γελούσα;

Θυμάσαι εκείνο το καφενεδάκι στη Βαυαρία με τις μπύρες που συναντιόμαστε; «Πίνω για να κάνω το μυαλό μου να σωπάσει, σου έλεγα, γιατί οι εικόνες με κατακλύζουν, οι ήχοι μου τριβελίζουν το μυαλό, πατ - πατ - πατ, όλο φτιάχνω ιστορίες, κουράστηκα, θέλω λίγο να ησυχάσω, να δω πώς είναι να είναι κανείς ‘φυσιολογικός’».

Θυμάσαι εκείνη τη μυρωδιά από τζάκι σ’ εκείνο το χωριουδάκι στον Παντοκράτορα στην Κέρκυρα; Το κρασί και το τραγούδι στο Κανόνι, που σταματούσε η ορχήστρα για να τραγουδήσω a capella:

Σύρτε μάτια, σύρτε φρύδια, σύρτε στο καλό
της αγάπης μου να πείτε πως παντρεύτηκα.
Πήρα μάγισσα γυναίκα, μάγισσας παιδί,
που μαγεύει τα πουλάκια και δεν κελαηδούν,
που μαγεύει τα ποτάμια και δεν τρέχουνε,
που με μάγεψε κι εμένα και δεν έρχουμαι. [1]

Ε, ακόμη υπό την επιρροή εκείνου του μαγέματος τελώ. Να, γιατί δεν έρχομαι.

_________

[1] Παραδοσιακό τραγούδι της Θράκης.

© Ελένη Καλλιανέζου, Vejen, 17 Ιουνίου 2008

buzz it!

10 σχόλια:

tovenito είπε...

σου ζήτησε να πας και αρνήθηκες;
έχεις καλή μνήμη πάντως. θυμάσαι. θάβεις. θεριεύεις. θέλεις;

Αστερόεσσα είπε...

Mου ζήτησε;;;... Χωράει νερό στο κρασί και κουβέντα. Είναι μνήμες συλλογικές, όχι από έναν ή μία, δεν απευθύνονται μόνο σε έναν ή μία... Ποιος ή ποια απ' όλους μου ζήτησε; lol

Μνήμη έχω σ' αυτά που θέλω να έχω μνήμη. Θυμάμαι γεγονότα πολύ μακρινά, τα ξαναζώ. Αυτό που δε θέλω να θυμάμαι είναι η καθημερινότητα και τα γελοία της:
"Τι θα μαγειρέψεις, τι έφαγες, πόσα λεφτά έχεις, πού δουλεύεις, πώς ήταν η μέρα σου, τι καιρό κάνει;"
"Και ο τάδε μου είπε αυτό και του απάντησα το τάδε, και με ρώτησε μα, γιατί ή γιατί έτσι και όχι αλλιώς;" Μπλα, μπλα, μπλα...
-Τι κάνεις;
-Καλά, ευχαριστώ. / Ή όχι καλά.
-A, μπράβο πολύ χαίρομαι / Ή γιατί δεν είσαι καλά;
-Χαίρομαι που χαίρεσαι (αν κι ανάθεμα αν γνωρίζεις ότι χαίρεσαι και για ποιο λόγο πρέπει να χαίρεσαι ή πού με ξέρεις και χάιρεσαι;) / Ή γιατί δεν είμαι καλά; Γιατί έτσι! lol

Τις καλησπέρες μου!

Sarasides είπε...

Όχι, δε θυμάμαι τίποτα!

Αστερόεσσα είπε...

@ alkibiades, να πίνεις πορτοκαλάδες και να τρως ψάρια. Ο φώσφορος φρεσκάρει τη μνήμη, λένε. Ένας άντρας κλείστηκε σ' ένα σπίτι για δυο μήνες κι έτρωγε μόνο ψάρια. Πριν κλειστεί, έκανε τεστ ευφυΐας. Ήτο ευφυής. Αλλά από την ψαροφαγία κι εντεύθεν προέκυψε ευφυέστερος η δε μνήμη του ήταν εκπληκτική. Παίζει, βέβαια. Η δική μου π.χ. ευφυΐα, είναι επισήμως μάλλον χαριτωμένα ικανοποιητική. Αλλά και 83 καρχαρίες να έτρωγα, αν δε θέλω να θυμηθώ κάτι, μένει στα αζήτητα κι ας κοπανιέται το σύμπαν. ☺

@ tovene592, δεν έχω ξεχάσει την υπόσχεση για να γράψω το ρεαλιστικό σου παραμύθι.
Blame it on the moon, δεν είμαι σε ρεαλιστική φάση, να περάσει η Πανσέληνος και θα γίνει. Αλλά οποιαδήποτε συζήτηση επί ρεαλιστικού τώρα, ιδίως σε μυθοπλασία, θα με έκανε να ουρλιάξω. lol

b|a|s|n\i/a είπε...

να θυμάσαι

Αστερόεσσα είπε...

Τι; Ότι υπάρχω; Ε, εντάξει. Κρατάω σημειώσεις. Κάπου σε κάποιο χαρτάκι σημείωσα θαρρώ πως γεννήθηκα. ☺

Ασκαρδαμυκτί είπε...

Ελένη, θα μου κάνεις μια χάρη κορίτσι μου;
Μόνο μπροστά κοιτάμε...

Αστερόεσσα είπε...

Αν κοιτάξουμε μόνο μπροστά, χαθήκαμε, ασκαρδαμυκτάκο. Περιορίζουμε την περισκοπική όραση και κινδυνεύουμε από νοητικό γλάυκωμα.

Ασκαρδαμυκτί είπε...

Εσύ ξέρεις...

Αστερόεσσα είπε...

Όχι, δεν ξέρω. Προσπαθώ να μάθω. Να το δω, να το αποδεχθώ ή να το αναιρέσω.